ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ "ΓΙΟΥ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ"





Ο Γιος της Χήρας είναι ένας Αντρειωμένος με προφανώς αμφισβητήσιμη καταγωγή, που πάντα έχει ατυχή θάνατο. Άλλοτε πνίγεται περνώντας έναν ποταμό, άλλοτε δηλητηριάζεται, άλλοτε εξαπατάται από '"στοιχειά". 


Ο Γιός της Χήρας. Έργο του Δ. Σκουρτέλη.
ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ.

Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις άρχιζαν την άνοιξη, όταν ο ρους των ποταμών αυξάνονταν από το λυώσιμο των χιονιών. Στρατηγικά, το πέρασμα ενός ποταμού (και κάθε φυσικού εμποδίου) και η δημιουργία 'προγεφυρώματος΄, είναι κάτι που δεν πρέπει να αναβάλλεται.  Στατιστικά, ο στρατός που περνά πρώτος ένα ποτάμι, ή που κρατά έστω ένα μικρό πάτημα στην άλλη όχθη, είναι συνήθως και ο νικητής. Αυτόν τον κανόνα εφαρμόζει ο Αρμούρης στον Ευφράτη (δες ποίημα) και ο Διγενής αντιμετωπίζοντας τους απελάτες της Μαξιμώς. Έτσι, το πέρασμα των ποταμών ήταν μια πιεστική, αναγκαία στρατηγικά, και πολύ επικίνδυνη υπόθεση, ειδικά για θωρακισμένους πολεμιστές.  Δεν υπάρχει, σχεδόν, ένας Ακρίτας που να μην κινδυνεύει σε ανάλογες καταστάσεις στα Έπη. Μιλήσαμε για την αντιστοιχία με τον Όμηρο στην εισαγωγή.  Εξηγήσαμε, πως αυτός ο κίνδυνος είναι αντανάκλαση μιας πραγματικής κατάστασης. 


Τμήμα έργου Δ. Σκουρτέλη.
  Χήρας υγιός λατρεύει τριά καλά άλογα,  
το Γρίβα και το Μαύρη και τον Πέπανο,  
το Γρίβα για καβάλλα και για λεβεντιά,  
τον Πέπανο για μάτια και ξανθά μαλλιά,  
το Μαύρη για σεφέρι και για πόλεμο.   
Μα πήγε 'ς το σεφέρι κ' ήρθεν αδειανό,  
και ο Γρίβας το μαλώνει και ο Πέπανος. 
"Βρε πού είναι, μωρέ Μαύρη,
 πού είναι ο αφέντης μας,  
πού πήγες 'ς το σεφέρι κ' ήρθες αδειανός;  
-Αφήστε να σας είπω τα τραγούδια μου  
και το μεγάλο πόνο της καρδούλας μου.  
Ωσάν επολεμούμε 'ς το ρημόκαστρο,  
έκαμα να περάσω πο τον πόταμο,  
κοπήκανε οι σέλλαις και οι σκαλωσιαίς,  
και πήρε τον αφέντη κ' ήρθα ναδειανό

Τμήμα έργου τοιυ Δ. Σκουρτέλη

Ο ΤΣΑΜΑΔΟΣ ΚΙ Ο ΓΙΟΣ ΤΗΣ ΧΗΡΑΣ

Απόσπασμα από τα σχόλια του Ν. Πολίτη: ".....Εις τα επικάς διηγήσεις πολλών εθνών δεν είναι σπάνιον το θέμα της μονομαχίας πατρός και υιού, αγνοούντων αλλήλους, της οποίας η έκβασις συνήθως είναι ο θάνατος του πατρός. Τα γνωστότατα παραδείγματα είναι το της Τηλεγονίας του Ευγάμμωνος, όπου κατά παλαιούς ελληνικούς μύθους εξετίθετο ο θάνατος του Οδυσσέως εν μάχη προς τον υιόν του Τηλέγονον, και το του Σάχ ναμέ του Πέρσου ποιητού Φιρδουση περί της μονομαχίας του Τουστέμ και του Σοχράβ. Εις ακριτικά άσματα αναφέρεται συμπλοκή του αιχμαλώτου υιού του Ανδρόνικου προς τον πατέρα και τον αδελφόν του. Εις δε τον κύκλον των ακριτικών ασμάτων περί του θανάτου του Διγενή τα της πάλης τούτου προς τον Χάρον εκτίθενται καθ' όμοιον περίπου τρόπον ως εις το προκείμενον τραγούδι τα περί της πάλης του γιου της χήρας προς τον Τσαμαδόν. Μία μάλιστα κρητική παραλλαγή περί του θανάτου του Διγενή σχεδόν ουδαμώς διαφέρει των παραλλαγών του άσματος του Τσαμαδού. Η δηλητηρίασις του αντρειωμένου υιού υπό της χήρας μητρός του, ερωμένης του Τσαμαδού, επέρχεται αδικαιολόγητος και απροσδόκητος, άνευ προπαρασκευής τινος. Είς τινας δ' όμως παραλλαγάς το φάρμακον προσφέρει η μήτηρ εις τον Τσαμαδόν. Εις παραλλαγήν δε των περί του θανάτου του Διγενή ασμάτων συμπαρίσταται και ή μήτηρ του κατά την πάλην αυτού προς τον Χάρον, κρατούσα τριών λογιών κρασί και τριών λογιών φαρμάκι, όπως αν μεν νικήση ο υιός της τω προσφέρη το κρασί, αν δε νικηθή πίη αυτή το φαρμάκι.,,,"


Ο Τσαμαδός κι ο γιος της Χήρας. Έργο Δ. Σκουρτέλη. 
Μέσ' 'ς τ' άη Γιωργιού τους πλάτανους γένονταν πανηγύρι, 
το πανηγύρι ήταν πολύ, κι' ο τόπος ήταν λίγος, 
δώδεκα δίπλαις ο χορός, κ' έξηνταδυό τραπέζια,  
και χίλια ψένονται σφαχτά 'ς όλο το πανηγύρι. 
Κ' οι γέροντες παρακαλούν, τάζουν 'ς τον άη Γιώργη,  
ο Τσαμαδός να μην ερθή, χαλάει το πανηγύρι. 


Ο Τσαμαδός. Εργο Δημήτρη Σκουρτέλη

Ακόμα ο λόγος έστεκε κι' ο Τσαμαδός εφάνη,  
που ροβολάει οχ το βουνό κατά το πανηγύρι.  
Πατεί και σειέται το βουνό, κράζει κι' αχάν οι λόγγοι,  
κ' εκράταγε 'ς τον ώμο του δέντρο ξεριζωμένο, 
και απάνου 'ς τα κλωνάρια του θεριά είχε κρεμασμένα.  
Ώρα καλή σας, γέροντες. -Καλό 'ς το παλληκάρι.  
-Ποιος έχει αστήθι μάρμαρο και χέρια σιδερένια,  
για να βγη να παλέψουμε 'ς το μαρμαρένιο αλώνι;"  
Κανείς δεν αποκρίθηκε απ' τους πανηγυριώταις,  
της χήρας γιος εφώναξε, της χήρας ο αντρειωμένος.  
"Εγώ χω αστήθι μάρμαρο και χέρια σιδερένια,  
για νά βγω να παλέψουμε 'ς το μαρμαρένιο αλώνι."  
Βγαίνουν κ' οι δυο με τα σπαθιά και πάνε να παλέψουν. 
Εκεί που επάτειε ο Τσαμαδός εβούλιαζε τ' αλώνι,  
κ' εκεί που επάτειε το παίδι εβούλιαζε κ' έβύθα. 
Εκεί που βάρειε ό Τσαμαδός το γαίμα πάει ποτάμι, 
κ' εκεί που χτύπαε το παιδί τα κόκκαλα τσακίζει. 
 "Κοντοκαρτέρει, βρε παιδί, κάτι να σε ρωτήσω. 
Ποια σκύλα μάννα σ' έκαμε, κι' ο κύρης σου ποιος ήταν;  
-Η μάννα μου όταν χήρεψε δεν μ' είχε γεννημένον, 
κι ώμοιασα του πατέρα μου και θα τον απεράσω." [βλέπε και εναλλακτικό τέλος]  
Από το χέρι τον αρπά 'ς της μάννας του να πάνε.  
Από μακριά τους εθωρεί κ' ετοίμασε τραπέζι.  
Κ' εκεί που τρώγαν κ' έπιναν η χήρα τους κερνούσε, 
 κρασί κερνάει τον Τσαμαδό, φαρμάκι το παιδί της.  

"Μαννούλα, μ' εφαρμάκωσες, απ' το θεό να το βρης!"

Και η άλλη παραλλαγή τέλους: 
...μα εδώ που καταντήσαμε απηλογιές δεν φτάνουν"
Κι εβάρεσεν ο Τσαμαδός  ανάμεσα στα στήθεια
δώδεκα τσάκους άνοιξε και δίπλες δεκαπέντε
και βάρεσεν και το παιδί ανάμεσα στα φρύδια
και σκόρπισέ του τα μυαλά σ' εννιά μοδιώ χωράφι. 



ΤΑ ΓΥΑΛΙΝΑ ΠΗΓΑΔΙΑ


Τα Γυάλινα πηγάδια. Έργο Δ. Σκουρτέλη
Εκεί πέρα κι' αντίπερα, 'ς τα γυάλινα πηγάδια,  
στοιχειό ξεφανερώθηκε, που τρώει τους αντρειωμένους.  
Τους έφαγε, τους έσωσε, κανείς δεν είχε μείνη,  
ο γιος της χήρας έμεινε ο μόνος αντρειωμένος.  
 Παίρνει κοντάρι και σπαθί και πάει να κυνηγήση. 
Πέρασε ράχαις και βουνά, ράχαις και κορφοβούνια,  
κυνήγι δε επέτυχε, κυνήγι δεν ευρήκε, 
κι' αυτού 'ς το γέρμα του γήλιου κοντά να βασιλέψη, 
βρίσκει μια κόρη ροϊδινή, ξανθή και μαυρομάτα,  
με τα μαλλιά της ξέπλεγα, 'ς το δάκρυ φορτωμένη.  
Στέκει και τη θιαμαίνεται, στέκει και τη ρωτάει. 
"Κόρη μου, ποιος σ' έγέννησε, τι μάννα σ' έχει κάμη; 
-Κ' εμένα μάννα μ' έκαμε, μάννα σαν τη δική σου.  
-Τι έχεις, κόρη, και θλίβεσαι, τι έχεις κι' αναστενάζεις; 
 -Βλέπεις εκείνη την ιτιά, την αστραποκαμένη,  
οπόχει αντάρα 'ς την κορφή και καταχνιά 'ς τη μέση; 
Εκεί πήγα να πιω νερό, να πιω και να γιομώσω. 
Το βουλλωτήρι μόπεσε, τ' ώριο μου δαχτυλίδι,  
κι' όποιος βρεθή και κατεβή, να τό βρη, να το βγάλη,  
αυτόν θα τον στεφανωθώ, άντρα θενά τον πάρω.  
-Εγώ να μπω, κ' εγώ να βγω, κόρη μ', να σου το βγάλω.  
 Ξεντύθη ο νιος, ξεζώθηκε και 'ς το πηγάδι εμπήκε.  
Χαλεύει εδώ, χαλεύει εκεϊ και τίποτες δεν βρίσκει.  
Βλέπει τα φίδια σταυρωτά με τοις οχιαίς πλεγμένα.  
"Ρήξε μου, κόρη, τα μαλλιά, να πιάσω νά ρτω απάνω.  
Εδώ είν' τα φίδια σταυρωτά με τοις οχιαίς πλεγμενα. 
-Αυτού που μπήκες, νιούτσικε, πίσω δε μεταβγαίνεις".  

Εργο Δημήτρη Σκουρτέλη



Έργο Δημήτρη Σκουρτέλη.
"Στοιχειά"


Στοιχειά. Εργο Δημήτρη Σκουρτέλη
Το στοιχειό των "Γυάλινων πηγαδιών" "που τρώει τους αντρειωμένους" σε ελεύθερη διασκευή.
Εργο του Δημήτρη Σκουρτέλη


ΤΑ ΕΝΝΙΑΔΕΛΦΑ    



Τα εννιάδελφα. Έργο του Δ. Σκουρτέλη


Τέσσερα τζιαι τεσσέρα  κάμνουσιν οχτώ  
Τέσσερα παλληκάρκα  πασίν στον πολεμό  
Στο δρόμον που πηαίννασιν,  επεινάνασιν   
Εκάτσασιν να φάσιν  μα εδιψάσασιν  
Γυρεύκουν να βρουν βρύση  απάνω στο βουνόν  
Τζι ήβρασιν έναν λάκκον  των εκατόν ορκών  
Ερίξαν το λαχνίν τους  ποιος εννα κατεβεί  
Τζιαι έππεσεν η μοίρα  πας το μιτσίν παιδίν   
Δήστε με αδέρφκια μου  τζι εγιώ εννα κατεβώ  
Μες το ερημολάτσιην  να φκάλω το νερόν   
Τζιαι τότες τα αδέρφκια του  τον σφιχτοδέσασιν   
Μες το ερημολάτσιην  τον κατεβάσασιν   
Εφκάρτε με αδέρφκια μου  γιατί είδα το νερόν   
Εν κότσιηνον τζιαι μαύρον  μα τζιαι φαρματζιερόν  
Ώστι να τον τραβήσουσιν  τζιαι να τον φκάλουσιν  
Οι όφεις τζιαι τα φίθκια  τον μισοφάασιν  
Να πείτε της μανούλλας μου  στα μαύρα να ντυθεί  
Γιατί τον γιον της τον μιτσίν  εθ θα τον ξαναδεί 




---------------------------------------------------------------------
Για την διάθεση ή παραγγελία των εμφανιζόμενων πινάκων και σχεδίων, κεραμικών, κλπ, παρακαλώ εικοινωνείστε στο   Dim.skourt@gmail.com
For sales or order of the above paimtings, drawings and ceramics, you may contact us at Dim.skourt@gmail.com